Κώστας Γαβρόγλου, Δημήτρης Διαλέτης, Γιάννης Χριστιανίδης
«Από τους Πυθαγορείους στον Αρίσταρχο τον Σάμιο
Η ιστορία των αντιλήψεων για την κίνηση της γης
στην αρχαία ελληνική αστρονομία»
Ο
Ηρακλείδης υπήρξε ο πρώτος σημαντικός μη Πυθαγόρειος εκπρόσωπος της μη
γεωστατικής παράδοσης στην αρχαία ελληνική αστρονομία. Οι σχολιαστές
μνημονεύουν συχνά το όνομά του, όταν αναφέρονται σε θεωρίες κίνησης της γης,
και παρά το ότι δεν είμαστε σε θέση να ανασυγκροτήσουμε με ακρίβεια τις
κοσμολογικές του απόψεις, μπορούμε ωστόσο χωρίς αμφιβολία να συμπεράνουμε ότι
ως βάση τους είχαν την κινούμενη γη. Πράγματι, οι αρχαίες πηγές αποδίδουν
ομόφωνα στον αστρονόμο και φιλόσοφο από τον Πόντο την ιδέα της ημερήσιας
περιστροφής της γης γύρω από τον άξονά της, ενώ πολλοί ιστορικοί της επιστήμης,
επικαλούμενοι στοιχεία τα οποία δεν μπορεί κανείς εύκολα να παραβλέψει,
υποστήριξαν επίσης την άποψη ότι ο ίδιος είχε διατυπώσει και τη θεωρία ότι οι
τροχιές του Ερμή και της Αφροδίτης έχουν ως κέντρο τον κινούμενο γύρω από τη γη
ήλιο. Αυτή η τελευταία θεωρία έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί η γεωμετρική
περιγραφή της αποτελεί τον πρόδρομο της θεωρίας της κατ' επίκυκλον κίνησης, που
αποτέλεσε τη βάση επάνω στην οποία αναπτύχθηκε η μαθηματική αστρονομία σε όλη
την περίοδο από τα τέλη του 3ου π.Χ. αιώνα μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα1. Τέλος, ο G.V. Schiaparelli (1835-1910) υποστήριξε ότι ο
Ηρακλείδης υπήρξε ο δημιουργός μιας πρώτης μορφής ηλιοκεντρικής θεωρίας.
Τα βιογραφικά στοιχεία του Ηρακλείδη παρουσιάζουν ιδιαίτερο
ενδιαφέρον γιατί δείχνουν χωρίς καμία αμφιβολία ότι γνώριζε πολύ καλά και από
πρώτο χέρι τις αστρονομικές απόψεις των κύκλων της Ακαδημίας και του Λυκείου
αλλά και των ύστερων Πυθαγόρειων του 4ου π.Χ. αιώνα. Γόνος πλούσιας
αριστοκρατικής οικογένειας, γεννήθηκε στην Ηράκλεια, ελληνική πόλη του Πόντου
(σημερινό Eregli της Τουρκίας), στα νότια παράλια της Μαύρης Θάλασσας. Η
χρονολογία της γέννησής του μπορεί να συναχθεί έμμεσα από τις επαφές του με
μέλη της Πλατωνικής Ακαδημίας αλλά και από τη δήλωσή του, την οποία μας
μεταφέρει ο γεωγράφος Στράβων, ότι ο μεγάλος σεισμός που κατέστρεψε την αχαϊκή
πόλη Ελίκη έγινε στις μέρες του2. Δεδομένου ότι το γεγονός έλαβε
χώρα το έτος 373 π.Χ. συνάγεται ότι η χρονολογία γέννησης του Ηρακλείδη δεν
πρέπει να απέχει πολύ από το έτος 390 π.Χ. Περί το έτος 365 π.Χ. πήγε στην
Αθήνα, όπου παρέμεινε για αρκετά χρόνια και μαθήτευσε συστηματικά κοντά σε
πολλούς σημαντικούς φιλοσόφους, κυρίως όμως στην Ακαδημία. Τη σχετική
πληροφορία αντλούμε από τον Διογένη τον Λαέρτιο, ο οποίος αναφέρει:
Δεν υπάρχει αμφιβολία λοιπόν ότι ο Ηρακλείδης γνώριζε σε
βάθος όλες τις κοσμολογικές θεωρίες της εποχής του. Το όνομά του, μάλιστα,
αναφέρεται μεταξύ αυτών που δημοσίευσαν σημειώσεις από την προφορική διδασκαλία
(άγραφα δόγματα) του Πλάτωνα στην Ακαδημία4. Διασώζεται η πληροφορία
ότι μετά τον θάνατο του Πλάτωνα, το 348/347 π.Χ., τη διεύθυνση της Ακαδημίας
ανέλαβε για οκτώ χρόνια ο ανιψιός του Σπεύσιππος, μετά δε και τον θάνατο αυτού,
το 339 π.Χ., ο Ηρακλείδης έθεσε υποψηφιότητα να τον διαδεχθεί, ηττήθηκε όμως
στην εκλογή για λίγες ψήφους από τον Ξενοκράτη5. Κατόπιν αυτού
εγκατέλειψε την Αθήνα και επέστρεψε στη γενέτειρά του όπου και πέθανε λίγα
χρόνια αργότερα. Επίσης, σύμφωνα με κάποια μη επιβεβαιωμένη πληροφορία, είχε
αναλάβει τη διεύθυνση της Ακαδημίας για μικρό διάστημα κατά τη διάρκεια ενός
ταξιδιού του Πλάτωνα στην Κάτω Ιταλία. Από τα πιο πάνω στοιχεία συνάγεται ότι
όχι μόνο γνώριζε σε βάθος τις πλατωνικές απόψεις και αλλά και ότι συμμετείχε
ενεργά στις συζητήσεις και τις ζυμώσεις που ακολούθησαν τον θάνατο του Πλάτωνα,
στην περίοδο κατά την οποία φαίνεται ότι πυθαγόρειες κοσμολογικές απόψεις είχαν
ιδιαίτερη επίδραση στους κύκλους της Ακαδημίας.
Αν λάβουμε υπόψη την επιρροή που άσκησε σε
μεταγενέστερους συγγραφείς6
αλλά και το γεγονός ότι ο Διογένης ο Λαέρτιος επαινεί τα έργα του ως «κάλλιστά τε καὶ ἄριστα»7,
συμπεραίνουμε ότι ο Ηρακλείδης υπήρξε εξαιρετικά προικισμένος συγγραφέας. Το
συγγραφικό έργο του καλύπτει ένα μεγάλο εύρος θεμάτων - μια πρακτική αρκετά
συνηθισμένη για έναν φιλόσοφο του 4ου αιώνα. Ο Διογένης παραθέτει στη βιογραφία
του έναν κατάλογο ο οποίος περιλαμβάνει τους τίτλους 47 συγγραμμάτων - τα
περισσότερα από τα οποία είχαν τη μορφή διαλόγων κατά το πλατωνικό πρότυπο -
που κατατάσσονται σε ηθικά, φυσικά (περί φύσεως), γραμματικά, μουσικά, ρητορικά
και ιστορικά, προσθέτει δε ότι έγραψε επίσης διαλεκτικά και γεωμετρικά έργα.
Δύο από τα έργα της δεύτερης ενότητας (περί φύσεως ή φυσικά), με τίτλο Περὶ τῶν ουρανῶν και Περὶ φύσεως, εικάζεται ότι είχαν αστρονομικό
περιεχόμενο. Δυστυχώς κανένα από τα έργα του δεν διασώθηκε και έτσι είμαστε
αναγκασμένοι να ανασυγκροτήσουμε τις αστρονομικές του απόψεις από ένα
δευτερογενές υλικό ποικίλης ποιότητας και αξιοπιστίας που μας παρέχουν οι
μεταγενέστεροι σχολιαστές, βιογράφοι, δοξογράφοι και επιτομιστές.
Ο Ηρακλείδης διατύπωσε, όπως προαναφέραμε, την ιδέα της
ημερήσιας περιστροφής της γης γύρω από τον άξονά της. Η πληροφορία αναφέρεται
με πολύ ξεκάθαρο τρόπο σε τρεις διαφορετικές πηγές, τον Σιμπλίκιο, τον Πρόκλο
και τον Ευσέβιο, και έτσι για την εγκυρότητά της δεν μπορεί να υπάρχει η
παραμικρή αμφιβολία.
Η πιο σημαντική πηγή είναι τα σχόλια του Σιμπλίκιου στο
Περί ουρανού σύγγραμμα του Αριστοτέλη. Σε αυτά ο Σιμπλίκιος αναφέρεται τρεις
φορές στην ιδέα της ημερήσιας περιστροφής της γης, ιδέα την οποία ο ίδιος ως
οπαδός του Αριστοτέλη δεν συμμερίζεται, και στο κείμενό του δεν αφήνει την
παραμικρή αμφιβολία ως προς το ποιες ήταν οι απόψεις του Ηρακλείδη.
Σχολιάζοντας, λοιπόν, κατ' αρχάς το εδάφιο 289b 1-27 του δευτέρου βιβλίου του
Περί ουρανού ο Σιμπλίκιος αναφέρει:
«ὑποθέσεως δὲ ἠξίωσε (ενν. ο Ἀριστοτέλης)
καί τὸ ἀμφοτέρων (ενν. τοῦ τε ἀπλανοῦς οὐρανου καὶ τῶν ἀπλανῶν ἀστέρων) ἠρεμούντων,
καίτοι ἀπεμφαῖνον δοκοῦν τὸ σῴζεσθαι τὴν φαινομένην αύτῶν μετάβασιν άμφοτέρων ήρεμούντων,
διὰ τὸ γεγονέναι τινάς, ὦν Ηρακλείδης τε ὁ Ποντικός ἦν καὶ Ἀρίσταρχος,
νομίζοντας σώζεσθαι τὰ φαινόμενα τοῦ μὲν οὐρανοῦ καὶ τῶν ἄστρων ήρεμούντων, τῆς
δὲ γῆς περί τοὺς τοῦ ἰσημερινοῦ πόλους άπὸ δυσμῶν κινουμένης έκάστης ημέρας
μίαν ἔγγιστα περιστροφήν˙ τα δ' ἔγγιστα πρόσκειται διὰ τὴν τοῦ ἡλίου τῆς μιᾶς
μοίρας ἐπικίνησιν».8
Μετάφραση:
Ο Αριστοτέλης θεώρησε καλό να εξετάσει επίσης την υπόθεση
ότι και τα δύο (δηλαδή και ο απλανής ουρανός και οι απλανείς αστέρες)
παραμένουν ακίνητα, καίτοι φαίνεται αδύνατον ότι η φαινομένη κίνηση αυτών θα
μπορούσε να ερμηνευθεί εάν και τα δύο αυτά ήσαν ακίνητα, διότι υπήρξαν μερικοί,
μεταξύ των οποίων ο Ηρακλείδης ο Ποντικός και ο Αρίσταρχος, οι οποίοι νόμιζαν
ότι μπορούσαν να ερμηνεύσουν τα φαινόμενα υποθέτοντας ότι ο ουρανός και οι
απλανείς αστέρες είναι ακίνητοι, η δε γη περιστρέφεται εκ δυσμών [προς ανατολάς]
γύρω από τους πόλους του ισημερινού εκτελώντας μία περίπου περιστροφή
ημερησίως˙ το δε «περίπου» έχει προστεθεί λόγω της [καθημερινής] μετατόπισης
του ηλίου κατά μία μοίρα.
Το εδάφιο 289b του Περί ουρανού περιέχεται σε ένα
ευρύτερο χωρίο (289b - 290a), στο οποίο ο Αριστοτέλης εξετάζει όλα τα πιθανά
κατά τη γνώμη του ενδεχόμενα που μπορούν να ερμηνεύσουν τη φαινομένη κίνηση της
ουράνιας σφαίρας. Ο λόγος που μεταξύ αυτών εξετάζει και την περίπτωση που
αναφέρεται στο χωρίο είναι, όπως ο ίδιος ο Σιμπλίκιος σημειώνει, ότι υπήρξαν
μερικοί, όπως ο Ηρακλείδης και ο Αρίσταρχος, οι οποίοι πίστευαν ότι μπορούν να
ερμηνεύσουν ορισμένες τουλάχιστον από τις ουράνιες κινήσεις υποθέτοντας ότι οι
αστέρες και όλο το στερέωμα είναι ακίνητα ενώ η γη περιστρέφεται γύρω από τον
άξονά της. Το συγκεκριμένο σχόλιο του Σιμπλίκιου έχει ιδιαίτερη σημασία και
αξίζει να το αναλύσουμε σε βάθος. Προφανώς οι θεωρίες του Αρίσταρχου δεν είναι
δυνατόν να ώθησαν τον Αριστοτέλη ώστε να εξετάσει την περίπτωση της κίνησης της
γης γιατί ο αστρονόμος από τη Σάμο ήταν μεταγενέστερος του Αριστοτέλη9 και ο Σιμπλίκιος το γνώριζε. Η αναφορά του
ονόματός του στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, μπορεί να ερμηνευθεί με δύο μόνο
τρόπους: α) Ως μια πληροφορία περί των θεωριών του Αρίσταρχου που ο Σιμπλίκιος
θέλει να μεταδώσει στους αναγνώστες του με την ευκαιρία του σχολιασμού του
συγκεκριμένου εδαφίου, και β) ως παράδειγμα για την κατανόηση του τι ο
Αριστοτέλης δεν θεωρούσε αληθές αναφορικά με τις ουράνιες κινήσεις, εκτιμώντας
αφενός ότι οι θεωρίες του Αρίσταρχου ήταν γνωστές στους αναγνώστες της εποχής
του και αφετέρου ότι η σύντομη αναφορά σε αυτές θα έκανε πιο κατανοητό το
αριστοτελικό κείμενο. Εμμέσως λοιπόν πλην σαφώς η σύντομη αναφορά του
Σιμπλίκιου στον Αρίσταρχο αποδεικνύει όχι μόνο ότι η αξονική περιστροφή της γης
ήταν ουσιαστικό στοιχείο των θεωριών10 του αλλά και ότι το όνομα του Αρίσταρχου δεν ήταν
άγνωστο στους αναγνώστες του Σιμπλίκιου˙ γιατί είναι προφανές ότι μια αναφορά
σε κάποιον άγνωστο αστρονόμο δεν θα αποτελούσε διευκρινιστικό σχολιασμό στο
αριστοτελικό κείμενο.
Η αναφορά του Σιμπλίκιου στον Ηρακλείδη και στον
Αρίσταρχο μπορεί λοιπόν να συνηγορεί υπέρ των απόψεων που διατυπώνουμε στην
παρούσα εργασία, δεν μας βοηθά όμως να διερευνήσουμε αν ο αστρονόμος από τον
Πόντο είχε ήδη διατυπώσει τη θεωρία του περί αξονικής περιστροφής της γης όταν
ο Αριστοτέλης έγραφε το σύγγραμμά του. Σε μια τέτοια περίπτωση το φυσικότερο θα
ήταν ο Σιμπλίκιος να ήθελε να διευκρινίσει με το σχόλιό του ότι ο Αριστοτέλης
απαντά στον Ηρακλείδη, του οποίου τις απόψεις επανέλαβε αργότερα ο Αρίσταρχος.
Το όνομα του Ηρακλείδη, όμως, δεν μνημονεύεται πουθενά στο Περί ουρανού (αν και
είναι αλήθεια ότι ο Αριστοτέλης σπανίως έκανε ονομαστικές αναφορές σε
συγχρόνους του). Το πιθανότερο, επομένως, είναι ότι, όπως για τον Αρίσταρχο,
έτσι και για τον Ηρακλείδη, η αναφορά του ονόματος οφείλεται στο γεγονός ότι ο
Σιμπλίκιος ήθελε να μεταδώσει τη σχετική πληροφορία για έναν από τους δύο
λόγους που προαναφέραμε. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, είναι φυσικό να υποθέσουμε
ότι υπήρχαν άλλοι αστρονόμοι, λίγο προγενέστεροι ή σύγχρονοι του Αριστοτέλη, οι
οποίοι υποστήριζαν επίσης μη γεωστατικές απόψεις σαν αυτές του Ηρακλείδη, και
των οποίων τα ονόματα και το έργο δεν είναι γνωστά στον Σιμπλίκιο. Παρά ταύτα,
θα πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο ο
Ηρακλείδης να είχε ήδη διατυπώσει νωρίτερα τη θεωρία του (τουλάχιστον
προφορικά) και επομένως να ήταν γνωστή στον Αριστοτέλη όταν έγραφε το Περί
ουρανού.
Η δεύτερη φορά που ο Σιμπλίκιος μνημονεύει τον Ηρακλείδη
και την περιστροφή της γης είναι στο σχόλιό του στο εδάφιο 293b30-32 του Περί
ουρανού, όπου γράφει:
«ἐν τῷ κέντρω δὲ οὖσαν ταὴν γῆν καὶ κύκλῳ
κινουμένην, τὸν δὲ οὐρανόν ήρεμεῖν Ἡρακλείδης ὁ Ποντικός ὑποθέμενος σώζειν ᾢετο
τὰ φαινόμενα».11
Μετάφραση:
Υποθέτοντας ότι η γη βρίσκεται στο κέντρο και περιστρέφεται ενώ ο ουρανός
μένει ακίνητος, ο Ηρακλείδης ο Ποντικός πίστευε ότι σώζει τα φαινόμενα.
Το νόημα της έκφρασης «κύκλῳ
κινουμένην» στο απόσπασμα αυτό δεν είναι απολύτως σαφές και μπορεί να
σημαίνει τόσο την αξονική περιστροφή όσο και την τροχιακή περιφορά της γης. Αποσαφηνίζεται
όμως πλήρως, αν συνδυαστεί με την αμέσως προηγούμενη φράση «ἐν τῷ κέντρῳ οὖσαν τὴν γῆν», η οποία δεν αφήνει κανένα περιθώριο
ερμηνείας της κίνησης της γης ως μεταβατικής. Όπως θα δούμε στη συνέχεια
υπάρχει μόνο μία αρχαία μαρτυρία, το νόημα της οποίας άλλωστε δεν είναι
απολύτως σαφές, η οποία θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως τεκμήριο υπέρ της άποψης
ότι ο Ηρακλείδης υποστήριζε την ιδέα της τροχιακής περιφοράς της γης. Πάντως
από το σχόλιο του Σιμπλίκιου προκύπτει ότι ο Ηρακλείδης τοποθετούσε τη γη στο
κέντρο, αποκλείοντας έτσι κάθε ενδεχόμενο τροχιακής κίνησής της. Αξίζει να
προσθέσουμε ότι το παραπάνω σχόλιο διασώζεται και με μια άλλη παραπλήσια μορφή,
διατυπωμένο αυτή τη φορά από έναν ανώνυμο σχολιαστή του Αριστοτέλη12 ο οποίος, πάντως, φαίνεται ότι αντλεί από την
ίδια πηγή από την οποία αντλεί και ο Σιμπλίκιος .13
Ο Σιμπλίκιος αναφέρεται για τελευταία φορά στον Ηρακλείδη
και στην ιδέα της περιστροφής της γης με αφορμή το σχόλιό του στο εδάφιο
297a2-8 του Περί ουρανού. Το κείμενο είναι το εξής:
«εἰ δὲ κύκλῳ περὶ τὸ κέντρον (sc. ἐκινεῖτο ἡ
γῆ), ὡς ῾Ηρακλείδης ὁ Ποντικὸς ὑπετίθετο, τῶν οὐρανίων ἠρεμούντων, εἰ μὲν πρὸς
δύσιν, ἐκεῖθεν ἂν ἐφάνη τὰ ἄστρα ἀνατέλλοντα, εἰ δὲ πρὸς ἀνατολάς, εἰ μὲν περὶ
τοὺς τοῦ ἰσημερινοῦ πόλους, οὐκ ἂν ἀπὸ διαφόρων ὁρίζοντος τόπων ὁ ἥλιος καὶ οἱ ἄλλοι
πλάνητες ἀνέτελλον, εἰ δὲ περὶ τοὺς τοῦ ζῳδιακοῦ, οὐκ ἂν οἱ ἀπλανεῖς ἀπὸ τῶν αὐτῶν
ἀεὶ τόπων ἀνέτελλον ὥσπερ νῦν. εἴτε δὲ περὶ τοὺς τοῦ ἰσημερινοῦ εἴτε περὶ τοὺς
τοῦ ζῳδιακοῦ, πῶς ἂν ἐσώθη τῶν πλανωμένων ἡ εἰς τὰ ἑπόμενα ζῴδια μετάβασις ἀκινήτων
τῶν οὐρανίων ὄντων; 14
Μετάφραση:
Αλλά εάν (η γη) περιστρεφόταν γύρω από το κέντρο (της),
όπως υπέθετε ο Ηρακλείδης ο Ποντικός, ενώ ο ουρανός παρέμενε ακίνητος, τότε (α)
εάν η περιστροφή γινόταν προς δυσμάς, από εκείνη την πλευρά θα φαίνονταν τα
άστρα να ανατέλλουν, ενώ (β) εάν γινόταν προς ανατολάς τότε (β1) εάν
η περιστροφή γινόταν γύρω από τους πόλους του ισημερινού, ο ήλιος και οι
πλανήτες δεν θα ανέτελλαν από διαφορετικά σημεία του ορίζοντα, ενώ (β2)
εάν η περιστροφή γινόταν γύρω από τους πόλους του ζωδιακού οι απλανείς αστέρες
δεν θα ανέτελλαν πάντοτε από τα ίδια σημεία, όπως συμβαίνει στην
πραγματικότητα. Είτε, λοιπόν, περιστρέφεται γύρω από τους πόλους του ισημερινού
είτε γύρω από τους πόλους του ζωδιακού πώς θα μπορούσε να ερμηνευθεί η
μετατόπιση των πλανητών προς τα επόμενα σημεία του ζωδιακού με την υπόθεση ότι
οι ουρανοί είναι ακίνητοι;
Στα τρία αποσπάσματα που αναφέραμε ο Σιμπλίκιος
αντιπαραβάλλει τη διδασκαλία του Ηρακλείδη περί περιστροφικής κίνησης της γης
με την άποψη περί ακινησίας της γης που υποστηρίζει ο Αριστοτέλης στο Περί
ουρανού σύγγραμμά του. Ο Σιμπλίκιος είναι κριτικός προς την άποψη του
Ηρακλείδη, όπως φαίνεται καθαρά στο τελευταίο απόσπασμα, στο οποίο αναπτύσσει
μια σειρά από επιχειρήματα - όχι όλα επιτυχή, όπως φαίνεται από το επιχείρημα
(β1) - που σκοπό έχουν να υπερασπίσουν τη γεωστατική άποψη.
Εκτός από τον Σιμπλίκιο, αναφορά στην αντίληψη του
Ηρακλείδη περί περιστροφής της γης γίνεται και από τον Πρόκλο (περ. 412-485
μ.Χ.) στα σχόλιά του στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Ο Πρόκλος είναι και αυτός
κριτικός προς τον Ηρακλείδη, τον οποίο κατηγορεί ότι δεν έλαβε υπόψη του τη
διδασκαλία του Πλάτωνα περί ακινησίας της γης. (Όπως έχουμε ήδη αναφέρει ο
Πρόκλος δεν δέχεται ούτε κατ' ελάχιστο την πιθανότητα ο Πλάτων να είχε
μεταβάλει απόψεις στο τέλος της ζωής του, λόγω αυτού μάλιστα θεωρεί την
Επινομίδα πλαστό κείμενο). Το σχετικό χωρίο είναι το ακόλουθο:
«Ποῦ δὴ οὖν εὔλογον ἡμᾶς ἰλλομένην ἀκούσαντας
εἱ λουμένην καὶ στρεφομένην αὐτὴν ποιεῖν, ὡς Πλάτωνι ἀρέσκον λέγοντας; «Ἡρακλείδης
μέν οὖν ὁ Ποντικός, οὐ Πλάτωνος ὤν ἀκουστής, ταύτην ἐχέτω τὴν δόξαν, κινῶν κύκλῳ
ταὴν γῆν˙ Πλάτων δὲ ἀκίνητον αύτην ἵστησιν.»15
Μετάφραση:
Κατά ποία λογική λοιπόν, όταν ακούμε ότι η γη είναι
περιτυλιγμένη (ἰλλομένην) μπορούμε να
την εννοούμε ως προχωρούσα και περιστρεφομένη (εἱλουμένην καὶ στρεφομένην), και να υποστηρίζουμε ότι αυτή ήταν η
άποψη του Πλάτωνα; Ας έχει λοιπόν τη γνώμη αυτή, θέτοντας τη γη σε περιστροφή,
ο Ηρακλείδης ο Ποντικός, ο οποίος δεν υπήρξε μαθητής του Πλάτωνα˙ ο Πλάτων,
πάντως, τη θέτει ακίνητη.
Το απόσπασμα του Πρόκλου αναφέρεται στα ερμηνευτικά
ερωτήματα σχετικά με το ακριβές νόημα των λέξεων «ἰλλομένην» και «εἱλουμένην»,
τα οποία έχουμε εκτενώς συζητήσει σε προηγούμενο κεφάλαιο και δεν θα επανέλθουμε.
Πρέπει να σημειώσουμε όμως ότι η πληροφορία ότι ο Ηρακλείδης ουδέποτε υπήρξε
«ακουστής», δηλαδή μαθητής, του Πλάτωνα είναι πιθανότατα ανακριβής αφού οι
Διογένης Λαέρτιος, Σιμπλίκιος, Στράβων και Κικέρων μας πληροφορούν ότι ο
Ηρακλείδης υπήρξε πράγματι μαθητής ή εταίρος του Πλάτωνα16. Η άρνηση
του Πρόκλου να το παραδεχθεί οφείλεται πιθανώς στο ότι επιθυμεί να μην δώσει
την παραμικρή αφορμή να δημιουργηθούν υπόνοιες ότι απόψεις αυτού του είδους
είχαν αναπτυχθεί στους κόλπους της Ακαδημίας. Εν τούτοις, παρά τις ανακρίβειες
που περιέχει το απόσπασμα του Πρόκλου, η πληροφορία ότι ο Ηρακλείδης υποστήριζε
την ιδέα της περιστροφής της γης γύρω από τον άξονά της είναι ακριβής και
συμφωνεί με όσα αναφέρει ο Σιμπλίκιος στα αποσπάσματα που παραθέσαμε προηγουμένως.
Η τελευταία αναφορά που έχουμε για την αντίληψη του
Ηρακλείδη περί αξονικής περιστροφής της γης περιέχεται στην Ευαγγελική
προπαρασκευή του εκκλησιαστικού συγγραφέα του 4ου μ.Χ. αιώνα Ευσέβιου, ο οποίος
φαίνεται ότι την άντλησε από τη χαμένη σήμερα επιτομή με τον τίτλο Περί
αρεσκόντων (De placitis) που είχε συντάξει περί το έτος 100 μ.Χ. ο δοξογράφος
Αέτιος. Το σχετικό απόσπασμα είναι το εξής:
«῾Ηρακλείδης ὁ Ποντικὸς καὶ ῎Εκφαντος
ὁ Πυθαγόρειος κινοῦσι μὲν τὴν γῆν, οὐ μήν γε μεταβατικῶς, ἀλλὰ τρεπτικῶς, τροχοῦ
δίκην ἐνηξονισμένην, ἀπὸ δυσμῶν ἐπ' ἀνατολὰς περὶ τὸ ἴδιον αὐτῆς κέντρον.»17
Μετάφραση:
Ο Ηρακλείδης ο Ποντικός και ο Έκφαντος ο Πυθαγόρειος θέτουν τη γη σε
κίνηση, όχι βεβαίως μεταβατικά αλλά περιστροφικά γύρω από άξονα, όπως ο τροχός,
με φορά εκ δυσμών προς ανατολάς, γύρω από το κέντρο της.
Αξίζει να επισημάνουμε στο απόσπασμα αυτό τη ρητή δήλωση
ότι ο Ηρακλείδης υποστήριζε την κίνηση της γης μόνο ως περιστροφική (αξονική)
και όχι ως μεταβατική (τροχιακή). Έχουμε λοιπόν και μια δεύτερη μαρτυρία, μαζί
με εκείνη του Σιμπλίκιου που εξετάσαμε νωρίτερα, ότι ο Ηρακλείδης δεν είχε
συμπεριλάβει στη θεωρία του την ιδέα της τροχιακής περιφοράς της γης. Το
ενδιαφέρον, όμως, στην παραπάνω μαρτυρία δεν περιορίζεται σε αυτό. Γιατί εδώ ο
Αέτιος, δια μέσου του Ευσέβιου, μας πληροφορεί πως ο Έκφαντος (σχεδόν σύγχρονος
του Ηρακλείδη), ο οποίος από άλλη πηγή χαρακτηρίζεται ως Πυθαγόρειος16,
υποστήριζε και εκείνος την αξονική περιστροφή της γης17. Η αναφορά
αυτή στον Έκφαντο ίσως απαντά και στο ερώτημα σε ποιους αναφερόταν ο
Αριστοτέλης στην κριτική του, αν βεβαίως δεν αναφερόταν στον Ηρακλείδη.
Όπως αναφέραμε στην αρχή οι ιστορικοί της αστρονομίας αποδίδουν
συνήθως στον Ηρακλείδη, εκτός από την ιδέα της αξονικής περιστροφής της γης,
και τη θεωρία ότι οι δύο εσωτερικοί πλανήτες, ο Ερμής και η Αφροδίτη, εκτελούν
ηλιοκεντρικές και όχι γεωκεντρικές περιφορές. Υποστηρίζεται με άλλα λόγια ότι ο
Ηρακλείδης είχε προτείνει μια θεωρία σύμφωνα με την οποία οι τροχιές των δύο
πλανητών έχουν ως κέντρο όχι τη γη αλλά τον ήλιο (κινούνται με άλλα λόγια ως
δορυφόροι του ήλιου), ο οποίος με τη σειρά του κινείται διαγράφοντας κυκλική
τροχιά με κέντρο τη γη. Η θεωρία αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί η γεωμετρική
περιγραφή της αποτελεί, όπως αναφέραμε, τον πρόδρομο της θεωρίας της κατ'
επίκυκλον κίνησης, που αναπτύχθηκε από τον Απολλώνιο και τον Ίππαρχο και
τελειοποιήθηκε από τον Κλαύδιο Πτολεμαίο. Γιατί, τελικά, το μόνο ουσιαστικό
σημείο που χωρίζει την ηλιοκεντρική τροχιά ενός πλανήτη, λ.χ. της Αφροδίτης,
στη φερόμενη ως θεωρία του Ηρακλείδη, από την επικυκλική τροχιά του ίδιου
πλανήτη στην πτολεμαϊκή αστρονομία, είναι ότι στη δεύτερη περίπτωση το κέντρο
της τροχιάς του πλανήτη είναι ένα ιδεατό, μαθηματικό σημείο, το οποίο κινείται
κυκλικά γύρω από την ακίνητη γη, ενώ στην πρώτη περίπτωση, στη φερόμενη δηλαδή
ως θεωρία του Ηρακλείδη, το κέντρο της τροχιάς του πλανήτη είναι ένα υλικό
«σημείο», ο ήλιος.
Η απόδοση στον Ηρακλείδη της θεωρίας για την ηλιοκεντρική
κίνηση του Ερμή και της Αφροδίτης βασίζεται σε ένα και μόνο χωρίο από το σχόλιο
του Χαλκίδιου, ενός Λατίνου συγγραφέα του 2ου μ. Χ. αιώνα, στον Τίμαιο του
Πλάτωνα, όπου αναφέρεται ότι η Αφροδίτη, διαγράφοντας την τροχιά της
(circulum), βρίσκεται «interdum superior, interdum inferior sole». Το σχετικό εδάφιο είναι το ακόλουθο:
Denique Heraclides Ponticus, cum circulum
Luciferi describeret, item solis, et unum punctum atque unam medietatem duobus
daret circulis, demondtrauit ut interdum Lucifer superior, interdum inferior
sole fiat .20
Η κρίσιμη φράση στο εδάφιο αυτό είναι η φράση «interdum superior, interdum inferior sole», που αποδίδεται συνήθως «άλλες φορές πάνω
και άλλες φορές κάτω από τον ήλιο»21 , μια απόδοση η οποία φαίνεται
πράγματι να δηλώνει ότι η απόσταση της Αφροδίτης (Lucifer) από τη γη μεταβάλλεται κατά τη διάρκεια της
κίνησής της. Αν τώρα λάβουμε υπόψη και το γεγονός ότι η Αφροδίτη δεν
απομακρύνεται ποτέ από τον ήλιο περισσότερο από 50° προκύπτει απολύτως
φυσιολογικά η ερμηνεία της ηλιοκεντρικής τροχιάς της. Σε ό,τι αφορά δε τον
Ερμή, η ηλιοκεντρική τροχιά του συνάγεται έμμεσα από το γεγονός ότι ο
Χαλκίδιος, προτού αναφερθεί στην Αφροδίτη, δηλώνει ότι παρόμοια είναι η σχέση
προς τον ήλιο που έχει ο Ερμής.
Η σημασία του χωρίου του Χαλκίδιου έχει επισημανθεί από
το σύνολο των ιστορικών της αρχαίας αστρονομίας: G.V. Schiaparelli, P. Tannery, J.L.E. Dreyer, T.L. Heath και άλλους. Διερμηνεύοντας την κοινή άποψη
όλων ο Heath έγραφε στα 1921: «Είναι αυτό το χωρίο που
μας επιτρέπει με βεβαιότητα να συμπεράνουμε ότι ο Ηρακλείδης έθεσε την Αφροδίτη
και τον Ερμή να περιφέρονται κυκλικά γύρω από τον ήλιο, ως δορυφόροι, ενώ ο
ήλιος με τη σειρά του περιφέρεται κυκλικά γύρω από τη γη που βρίσκεται στο
κέντρο.»22 Ωστόσο, σε μια
εργασία που δημοσιεύθηκε το έτος 197223 ο Otto Neugebauer υποστήριξε
ότι οι λατινικοί όροι superior / inferior που χρησιμοποιεί ο Χαλκίδιος αποδίδουν τους
ελληνικούς όρους ἀνώτερον / κατώτερον, οι οποίοι όμως στην αρχαία σφαιρική
αστρονομία δεν είχαν την έννοια της μεταβολής κατά το βάθος, δηλαδή ως προς την
απόσταση από το κέντρο - μεταβολή που αποκλείεται από την ίδια τη φύση της
σφαιρικής αστρονομίας, η οποία εξετάζει αποκλειστικά και μόνο φαινόμενα που λαμβάνουν
χώρα στην επιφάνεια της ουράνιας σφαίρας -, αλλά είχαν την έννοια της μεταβολής
της θέσης επάνω στη εκλειπτική σε σχέση με κάποιο σημείο αυτής, αντιστοιχούν δε
στους όρους προηγούμενος / ἐπόμενος. Επικαλείται μάλιστα ο Neugebauer το έργο Περί
ημερών και νυκτών [De diebus et noctibus] του
Θεοδόσιου από τη Βιθυνία (2ος π.Χ. αιώνας), στο οποίο οι όροι ἀνώτερον /
κατώτερον χρησιμοποιούνται πράγματι και μάλιστα κατ' επανάληψη με την έννοια
προηγούμενος / ἐπόμενος για να δηλώσουν απλώς εκλειπτικές αποστάσεις από το
χειμερινό ηλιοστάσιο. Κατά τον Neugebauer, λοιπόν, οι
όροι superior / inferior που χρησιμοποιεί ο Χαλκίδιος δηλώνουν ότι ο
Ερμής και η Αφροδίτη κατά την κίνησή τους επί της εκλειπτικής άλλοτε
προηγούνται και άλλοτε έπονται του ήλιου και όχι ότι άλλοτε πλησιάζουν και
άλλοτε απομακρύνονται από τη γη. Μια παρόμοια ερμηνεία των δύο όρων είχε
προτείνει λίγο νωρίτερα ο Godfrey Evans24, χωρίς όμως να προσκομίσει
τα τεκμήρια που παρουσίασε στην εργασία του ο Neugebauer.
Με βάση τη φιλολογική κριτική που προηγήθηκε, ο
Neugebauer αποδίδει το χωρίο του Χαλκίδιου ως εξής: «Ο Ηρακλείδης ο Ποντικός
περιγράφοντας τον κύκλο της Αφροδίτης καθώς και εκείνον του ηλίου και
αποδίδοντας και στους δύο κύκλους το ίδιο κέντρο, έδειξε ότι η Αφροδίτη άλλες
φορές προηγείται και άλλες φορές έπεται του ηλίου».25
Η τελευταία μαρτυρία που έχουμε αναφορικά με τις
αντιλήψεις του Ηρακλείδη για την κίνηση της γης είναι και πάλι ένα εδάφιο από
τα σχόλια του Σιμπλίκιου αυτή τη φορά στα Φυσικά
του Αριστοτέλη, στο οποίο έχουμε αναφερθεί και σε προηγούμενο σημείο της
μελέτης μας.26 Το εδάφιο περιέχεται, όπως έχουμε πει, σε ένα
μεγαλύτερο χωρίο το οποίο ο Σιμπλίκιος έχει αντλήσει από το αντίστοιχο σχόλιο
του Αλεξάνδρου του Αφροδισιέως (2ος-3ος μ. Χ. αιώνας), ο οποίος με τη σειρά του
το είχε αντιγράψει από μια επιτομή των Μετεωρολογικών του Στωικού φιλοσόφου
Ποσειδωνίου (περ. 135 - περ. 50 π.Χ.) που είχε συντάξει τον 1ο μ.Χ. αιώνα ο
Γεμίνος.
Το χωρίο στο σύνολό του27 παρουσιάζει μεγάλο
ενδιαφέρον για την ιστορία της αρχαίας ελληνικής αστρονομίας για δύο κυρίως
λόγους:
1) Γιατί σε αυτό αναπτύσσονται με μεγάλη σαφήνεια οι
διαφορές ανάμεσα στη φυσική και στην αστρονομία και οι διακριτοί ρόλοι και οι
μεθοδολογίες του φυσικού και του αστρονόμου, όπως είχαν διαμορφωθεί κατά την
ελληνιστική περίοδο.
2) Γιατί ορισμένοι ιστορικοί της αρχαίας επιστήμης,
κυρίως ο G.V. Schiaparelli, βασιζόμενοι σε αυτό, υποστήριξαν την ιδέα ότι την
ηλιοκεντρική υπόθεση την πρότεινε για πρώτη φορά ο Ηρακλείδης και όχι ο
Αρίσταρχος.
Στο χωρίο αυτό, λοιπόν, και συγκεκριμένα στο σημείο όπου
αναπτύσσονται τα χαρακτηριστικά της μεθόδου των αστρονόμων - χαρακτηριστικά που
εντοπίζονται στη διατύπωση μαθηματικών υποθέσεων που σκοπό έχουν να ερμηνεύσουν
τα φαινόμενα, αδιαφορώντας για τη φυσική σημασία αυτών των υποθέσεων -,
αναφέρει ως παράδειγμα της μεθόδου των την υπόθεση να ληφθεί ο ήλιος ακίνητος
και η γη κινούμενη. Σε αυτό ακριβώς το σημείο μνημονεύεται το όνομα του
Ηρακλείδη. Το εδάφιο είναι σύμφωνα με την έκδοση του H. Diels το ακόλουθο:
«Διὸ καὶ παρελθών τίς φησιν Ἡρακλείδης ὁ Ποντικός, ὅτι καὶ κινουμένης πως τῆς
γῆς, τοῦ δὲ ἡλίου μένοντός πως δύναται ἡ περὶ τὸν ἥλιον φαινομένη ἀνωμαλία σῴζεσθαι.»28
Το εδάφιο παρουσιάζει μια σειρά ερμηνευτικές δυσκολίες29,
τις οποίες επισημαίνουν οι Dreyer30, Heath31, Duhem32,
κ.ά. Δεν θα σταθούμε σε αυτές, παρά το ότι το εδάφιο φαίνεται πράγματι πιθανό
να έχει υποστεί αλλοιώσεις κατά τη διαδικασία της μεταφοράς του από το αρχικό
κείμενο του Γεμίνου, δια μέσου του Αλέξανδρου, ώσπου να φθάσει τελικά υπό την
παρούσα μορφή του στο κείμενο του Σιμπλίκιου. Αυτό που έχει σημασία για την
ιστορία της αστρονομίας είναι ότι σε αυτό ο Σιμπλίκιος κάνει σαφές ότι οι
αστρονόμοι της πρώιμης ακόμα Ελληνιστικής περιόδου - είτε πρόκειται για τον
Ηρακλείδη, είτε για τον Αρίσταρχο, είτε για κάποιον άλλο - είχαν αρχίσει να
επεξεργάζονται έναν ριζικά διαφορετικό τρόπο να σώζουν τα φαινόμενα,
διατυπώνοντας μαθηματικές υποθέσεις που έφθαναν μέχρι του σημείου να
εγκαταλείπουν ακόμα και τη συνήθη ιδέα της ακίνητης γης: «καὶ κινουμένης πως τῆς γῆς», αναφέρει το κείμενο, «δύναται ἡ περὶ τὸν ἥλιον φαινομένη άνωμαλία
σῴζεσθαι». Πώς, τώρα, ο Ηρακλείδης εννοεί την κίνηση της γης και ποια είναι
η «περὶ τόν ἥλιον φαινομένη ἀνωμαλία»,
δεδομένου μάλιστα ότι ο ήλιος λαμβάνεται ακίνητος (τοῦ δὲ ἡλίου μένοντός πως), δεν είναι σαφές και οι απόψεις των
ιστορικών διίστανται33. Φαίνεται όμως ότι για να μην αναρωτιέται ο
Σιμπλίκιος πώς ήταν κάτι τέτοιο δυνατό, αλλά και να μην μπαίνει στον κόπο να
δώσει περισσότερες πληροφορίες, φαίνεται ότι δείχνει πως στην εποχή του τόσο ο
ίδιος όσο και οι αναγνώστες των σχολίων του είχαν τη δυνατότητα να γνωρίζουν
αυτές τις υποθέσεις από άλλα σχετικά συγγράμματα.
Αξίζει, επίσης, να υπενθυμίσουμε κάτι που έχουμε επίσης
αναφέρει σε προηγούμενο σημείο. Η λέξη «παρελθών»
που χρησιμοποιείται στο παραπάνω χωρίο σημαίνει ότι κάποιος (ο Ηρακλείδης;)
παρουσιάστηκε, εμφανίσθηκε, μίλησε ενώπιον ενός ή περισσοτέρων ατόμων. Αυτό
δείχνει ότι υπήρχε ένα ακροατήριο και, όπως γνωρίζουμε, στην Αθήνα, στα τέλη
του 3ου π.Χ. αιώνα, τα ακροατήρια δεν ήσαν παθητικά ούτε απλές συναθροίσεις για
τυπικούς λόγους.
Κλείνοντας ας ανακεφαλαιώσουμε τα κυριότερα συμπεράσματα
της έρευνάς μας για τον Ηρακλείδη και το αστρονομικό έργο του. Είναι
αναμφισβήτητο ότι το όνομα του Ηρακλείδη είναι συνδεδεμένο με κοσμολογικές
θεωρίες που βασίζονταν στην ιδέα της κινούμενης γης. Δεν είναι εύκολο να
συμπεράνουμε αν οι θεωρίες αυτές ήταν αποκλειστικά δικές του ή αν αποτελούσαν
μια συστηματική και ίσως πιο επεξεργασμένη παρουσίαση θεωριών που υπήρχαν ήδη
στην εποχή του. Το γεγονός ότι ο Αριστοτέλης αναφέρεται κριτικά σε τέτοιου
είδους απόψεις, χωρίς να δείχνει ιδιαίτερη έκπληξη, συνηγορεί υπέρ του δεύτερου
ενδεχόμενου˙ ότι δηλαδή ο Ηρακλείδης επεξεργάστηκε και παρουσίασε με
συστηματικό (και ίσως νέο) τρόπο ιδέες που ήδη υπήρχαν. Κάτι τέτοιο δικαιολογεί
και το γεγονός των ιδιαίτερα συχνών αναφορών στο δικό του όνομα, παρά το ότι
όπως είδαμε οι σχολιαστές είχαν ιστορικές πληροφορίες που παραπέμπουν ακόμα και
σε παλαιότερους στοχαστές. Το πώς παρουσίασε τις κοσμολογικές του υποθέσεις δεν
είναι επίσης διευκρινισμένο. Πρότεινε άραγε κάποιο γεωμετρικό μοντέλο; Το
ενδεχόμενο είναι πολύ πιθανό. Σε αυτό το συμπέρασμα μας οδηγούν δύο λόγοι.
Πρώτον, ο Σιμπλίκιος αναφέρει ρητά ότι ο Ηρακλείδης με την ερμηνεία του «έσωζε τα φαινόμενα», άρα κάποια
στοιχειώδης έστω γεωμετρική ερμηνεία θα πρέπει να υπήρχε στις θεωρίες του.
Δεύτερον, ως εξέχον μέλος της Ακαδημίας θα πρέπει ως προς το ζήτημα αυτό να
ακολουθούσε το πλατωνικό πρόγραμμα για την αστρονομία. Είναι απίθανο μετά το
μοντέλο του Ευδόξου να εμφανίστηκαν κοσμολογικές υποθέσεις που βασίζονταν μόνο
σε ποιοτικές περιγραφές. Ποιο ήταν, όμως, το περιεχόμενο της κοσμολογικής του
υπόθεσης; Περιελάμβανε μόνο την περιστροφή της γης, ή και την ηλιοκεντρική
υπόθεση για τις τροχιές του Ερμή και της Αφροδίτης; Είναι εξαιρετικά απίθανο οι
συχνές και συστηματικές αναφορές στο όνομά του να δικαιολογούνται μόνο από την
ιδέα για την περιστροφή της γης, ιδέα που αποδείξαμε ότι είναι πολύ παλαιότερη
και ανάγεται στους Πυθαγορείους. Θα πρέπει λοιπόν το σύστημά του να περιείχε
και στοιχεία για την τροχιά των πλανητών, του ήλιου κ.λπ. Δεν έχουμε σκοπό, στα
πλαίσια της παρούσας εργασίας, να επεκταθούμε σε όλες τις πιθανές υποθέσεις. Η
άποψη του G.V. Schiaparelli, ότι ο Ηρακλείδης ήταν ο πρώτος που παρουσίασε μια
κάποιου τύπου ηλιοκεντρική θεωρία, δεν μπορεί εύκολα να απορριφθεί. Όποιες,
πάντως, κι αν ήταν οι λεπτομέρειες του κοσμολογικού του μοντέλου, φαίνεται ότι
αυτό αποτέλεσε την πρώτη συστηματική έκθεση ενός γεωμετρικού μηχανισμού που
έσωζε κάποια από τα ουράνια φαινόμενα χρησιμοποιώντας μία ή περισσότερες
κινήσεις της γης.
__________________________________________
1. Όταν ο Johannes Kepler (1571-1630)
ανακάλυψε ότι οι πλανήτες κινούνται σε ελλειπτικές τροχός.
2. Βλ. F. WEHRLI: Herakleides Pontikos, 2η
έκδ., Basel / Stuttgart, 1969, fr. 46a. [Die Schule des Aristoteles, Texte und
Kommentar, VII.]
3. DIOGENES LAERTIUS: Vitae philosophorum (V, 86).
4. Βλέπε Α.Ε. TAYLOR: Πλάτων, ο άνθρωπος και το έργο του. σ. 568
5. Βλ. Xenocrates, Testimonia, doctrina et
fragmenta, επιμ. M.I. Parente. Περιέχεται στο: Senocrate-Ermodoro. Frammenti, Naples, 1982, fr. 1.
6. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα του
Κικέρωνα, ο οποίος συνέγραψε το σύγγραμμά του De republica κατά το υπόδειγμα
των συναφών διαλόγων του Ηρακλείδη. (T.L. HEATH: Aristarchus of Samos,
the ancient Copernicus, σ. 253.)
7. DIOGENES LAERTIUS: Vitae philosophorum
(V, 86).
8. SIMPLICIUS: In Aristotelis quattuor libros de coelo commentaria, σ. 444, 31
– 445, 5
9. Ο Αριστοτέλης έζησε από το 384 ως το 322
π.Χ. ενώ η εποχή του Αρίσταρχου τοποθετείται συνήθως στις τελευταίες δεκαετίες
του 4ου και στο πρώτο μισό του 3ου π.Χ. αιώνα.
10.
Για την ηλιοκεντρική υπόθεση του Αρίσταρχου βλ. την εργασία των Κώστα
Γαβρόγλου, Δημήτρη Διαλέτη, Γιάννη Χριστιανίδη, «Αρίσταρχος ο Σάμιος και
ηλιοκεντρισμός. Μια νέα εκτίμηση της μη γεωκεντρικής παράδοσης στην αρχαία
ελληνική αστρονομία», Νεύσις, τ. 10 (2001), σ. 3-44
11. SIMPLICIUS: In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria, σ. 519,
9-11.
12. Βλ. Scholia in Aristotelem, επιμ. C.A.
Brandis, Berlin, 1836, σ. 505.
13.
P. DUHEM: Le systeme du monde, τ. I, σ. 405
14. SIMPLICIUS: In Aristotelis quattuor libros de caelo commentaria, σ. 541, 27
- 542, 2.
15. PROCLUS: Prodi Diadochi in Platonis Timaeum
commentaria, επιμ. Ε. Dielil, 3 τ., Leipzig, 1903-1906, στον τ.
3, σ. 138, 6-11.
16. DIOGENES LAERTIUS: Vitae philosophorum
(III, 46). SIMPLICIUS: In Aristotelis physicorum libros commentaria, σ. 453, 29.
STRABO: Geographica, επιμ. A. Meineke, 3 τ., Leipzig, 1877 (ΧΙΙ, 3.1).
17. EUSEBIUS: Praeparatio evangelica, επιμ. K. Mras,
XV, 58. Περιέχεται στο: Eusebius
Werke, Band 8: Die Praeparatio evangelica [Die griechischen christlichen
Schriftsteller, 43, 1 & 43, 2. Berlin, 1954-1956]
18. HIPPOLYTUS:
Refutatio omnium haeresium, Berlin,
1986, I, 15, 1 [Patristische Texte und Studien, 25.]
19. Ο P. Tannery (βλ. προηγουμένως, σ. 68) και στη συνέχεια ο
T.L. Heath έχουν
διατυπώσει την
υπόθεση ότι ο Έκφαντος δεν ήταν υπαρκτό
πρόσωπο αλλά ένα φανταστικό πρόσωπο ενός
διαλόγου του Ηρακλείδη, ο ρόλος του οποίου
ήταν να εκφράζει τις απόψεις του συγγραφέα,
δηλαδή του ίδιου του Ηρακλείδη (βλ. T.L. HEATH: Aristarchus of Samos, the
ancient Copernicus,
σ. 251-252). Δεν συντρέχει κανένας
ουσιαστικός λόγος να υιοθετήσουμε αυτή την τολμηρή
υπόθεση, η οποία εξάλλου δεν στηρίζεται στις
πηγές. Η ιδέα της κίνησης της γης ήταν όπως
αναφέραμε μια ιδέα η οποία είχε οπαδούς στη
σχολή των Πυθαγορείων και αυτό είναι απολύτως
τεκμηριωμένο. Κατά τη γνώμη μας, μόνο επί τη
βάσει καλύτερης τεκμηρίωσης πρέπει να
διορθώνουμε τις αρχαίες πηγές.
20. G.J. TOOMER: «Heraclides Ponticus», σ. 204. Όπως παρατηρεί ο Toomer, πολλές από τις αστρονομικές αναφορές του Χαλκίδιου
είναι σχεδόν ταυτόσημες με χωρία από το κεφάλαιο περί αστρονομίας που περιέλαβε
ο Θέων ο Σμυρναίος στο έργο του Περί των
κατά το μαθηματικόν χρησίμων εις την Πλάτωνος
ανάγνωσιν [Expositio rerum mathematicarum ad legendum Platonem utilium]. Δεδομένου, τώρα, ότι ο Θέων αντλεί ευρέως
από τον Άδραστο, είναι πολύ πιθανό, συμπεραίνει ο Toomer, ότι ο ίδιος
συγγραφέας ήταν η πηγή και του Χαλκίδιου.
21. T.L.
HEATH: Aristarchus of Samos, the ancient Copernicus, σ. 256.
22. T.L. HEATH: A History of Greek
Mathematics, 2 τ., New York, 1981, στον τ. 2, σ. 244. (Πρώτη έκδοση 1921)
23. O. NEUGEBAUER: «On the allegedly
heliocentric theory of Venus by Heraclides Ponticus», American Journal of
Philosophy, τ. 93 (4) (1972), σ. 600-601. Ανατύπωση στο:
Astronomy and History. Selected Essays, New York, 1983, σ. 370-371.
24. G. EVANS:
«The astronomy of Heracleides Ponticus», Classical Quarterly, Νέα Σειρά, τ. 20 (1970), σ. 102-111.
25. O. NEUGEBAUER: «On the allegedly
heliocentric theory of Venus by Heraclides Ponticus», σ. 601.
26.
Βλ. παραπάνω, σ. 13.
27.
SIMPLICIUS: In Aristotelis physicorum libros commentaria, σ. 291, 21
- 292, 31. Για το κείμενο, τη νεοελληνική του απόδοση
και τον σχολιασμό του βλ. την εργασία «Αρίσταρχος ο Σάμιος και ηλιοκεντρισμός.
Μια νέα εκτίμηση της μη γεωκεντρικής παράδοσης στην αρχαία ελληνική αστρονομία»
που μνημονεύσαμε στην υποσημείωση υπ' αριθμ. 149.
28. SIMPLICIUS: In Aristotelisphysicorum libros commentaria, σ. 292,
20-23.
29. Μεταξύ άλλων υπάρχουν ερωτήματα για το αν
η αναφορική αντωνυμία «τίς» αναφέρεται στον Ηρακλείδη ή σε άλλο πρόσωπο
(πιθανώς σε ένα φανταστικό πρόσωπο ενός διαλόγου του Ηρακλείδη, που απηχεί τις
απόψεις του) το οποίο αναγγέλλει ενώπιον ενός ακροατηρίου όσα έπονται στο
εδάφιο για την κίνηση της γης, για το αν οι λέξεις «Ηρακλείδης ο Ποντικός»
περιλαμβάνονταν στο αρχικό κείμενο του Γεμίνου ή προστέθηκαν αργότερα από
κάποιον επιπόλαιο αντιγραφέα ή σχολιαστή, ο οποίος δεν αντιλήφθηκε ότι το
πρόσωπο που υπαινίσσεται ο Γεμίνος στο εδάφιο αυτό είναι στην πραγματικότητα ο
Αρίσταρχος ο Σάμιος, ο εισηγητής της ηλιοκεντρικής θεωρίας, και όχι ο
Ηρακλείδης κ.λπ.
30.
J.L.E. DREYER: A History of Astronomy
from Thales to Kepler, σ. 131 κ.ε.
31.
T.L. HEATH: Aristarchus of Samos, the
ancient Copernicus, σ. 275 κ.ε.
32. DUHEM: Le Systeme duMonde, τ. I, σ. 410-418.
33. Μια ένδειξη
των δυσκολιών που παρουσιάζει η ερμηνεία του εδαφίου, αν υποθέσουμε ότι αυτό
αφορά στον Ηρακλείδη και όχι στον Αρίσταρχο, μπορούμε να σχηματίσουμε από τα
εξής: Σε ό,τι αφορά την κίνηση της γης και το ενδεχόμενο να είναι αυτή
μεταβατική, δεν πρέπει να λησμονούμε τις δύο μαρτυρίες, του Σιμπλίκιου και του
Αέτιου (δια μέσου του Ευσέβιου), οι οποίες αποδυναμώνουν το ενδεχόμενο να είχε
υποστηρίξει ο Ηρακλείδης άλλη κίνηση για τη γη πλην της περιστροφής γύρω από
τον άξονά της. Αν όμως η έκφραση δηλώνει, όπως είναι πιθανό, τη μεταβολή της
ταχύτητας με την οποία ο ήλιος διατρέχει σε ένα τροπικό έτος την εκλειπτική -
δημιουργώντας έτσι το φαινόμενο της ανισότητας των εποχών -, αυτή η ανωμαλία
είναι αδύνατον να «σωθεί» (δηλαδή να ερμηνευθεί), στο πλαίσιο μιας αστρονομίας
που χρησιμοποιεί μόνο ομαλές κυκλικές κινήσεις (και με δεδομένο ότι ο ήλιος
είναι ακίνητος), με την υπόθεση ότι η μόνη κίνηση που εκτελεί η κεντρική γη
είναι η ημερήσια περιστροφή. Άρα η γη πρέπει να εκτελεί ένα είδος μεταβατικής
κίνησης (τις λεπτομέρειες της οποίας δεν μπορούμε να ανασυγκροτήσουμε),
συμπέρασμα το οποίο έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τις άλλες μαρτυρίες που
έχουμε για τον Ηρακλείδη. Ο G.V. Schiaparelli πρότεινε την εξής λύση στο
πρόβλημα. Η έκφραση «περί τόν ηλιον φαινομένη ανωμαλία» παραπέμπει όχι στη
φαινομένη κίνηση του ήλιου αλλά στην ανωμαλία που παρατηρείται κατά τη
φαινομένη κίνηση των πλανητών (ανάδρομη κίνηση, στάσεις), την οποία ο
Πτολεμαίος στη Μεγίστη αναφέρει ως «παρά (ή πρός) τόν ηλιον ανωμαλία». Με βάση
αυτό καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το συγκεκριμένο εδάφιο αποτελεί μαρτυρία υπέρ
του ηλιοκεντρικού συστήματος, η πατρότητα του οποίου συνεπώς δεν πρέπει να
αποδίδεται στον Αρίσταρχο αλλά στον Ηρακλείδη! (G.V. SCHIAPARELLI: «Origine del sistema planetario
eliocentrico presso i Greci», σ. 61-100.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου