Τρίτη 6 Μαΐου 2014

Οι μαθηματικοί του Μεσαιωνικού ελληνισμού



του Μιχάλη Μανωλόπουλου

ΕΥΚΛΕΙΛΗΣ Β' Ε.Μ.Ε

Στη συνέχεια θα ακολουθήσει μία περιληπτική ανα­φορά σε μαθηματικούς του Μεσαιωνικού Ελληνι­σμού. Σημαντικό μέρος των βιογραφούμενων εκτός από την ενασχόλησή του με τα μαθηματικά είχε να επιδείξει επιστημονική δράση και στις υπόλοιπες θε­τικές επιστήμες όπως και στην θεολογία, την φιλο­σοφία, την ποίηση και την ιστορία. Κάποιοι υπήρξαν επίσης προσωπικότητες με έντονη πολιτική δράση. Όπως είναι φυσικό το ενδιαφέρον μας εστιάστηκε κυρίως στην πρώτη τους δραστηριότητα.
Και μία επισήμανση που νομίζουμε δεν στερεί­ται σημασίας. Η αυτοκρατορία που επί έντεκα αιώ­νες διαμόρφωσε ένα λαμπρό πολιτισμό, ποτέ δεν αυτοαποκλήθηκε Βυζαντινή. Οι κάτοικοί της ονόμαζαν τους εαυτούς τους Ρωμαίους ή Χριστιανούς και την πατρίδα τους Ρωμανία. Όσο μάλιστα υποχωρούσε, με το πέρασμα του χρόνου, η ταύτιση του Έλληνα με τον ειδωλολάτρη διευρύνετο η χρήση του ονόματος Έλληνας. Σ’ αυτό το άρθρο λοιπόν υπάρχει η συνει­σφορά της «Νέας Ρώμης» στα μαθηματικά, αλλά και στις φυσικές επιστήμες γενικότερα, συνεισφορά του Ελληνισμού και μάλιστα του Μεσαιωνικού Ελληνισμού. Είναι απαραίτητο να αναφερθεί εδώ, μια άπο­ψη που την ασπάζεται η πλειοψηφία των ιστορικών της επιστήμης. Ο Μεσαίωνας δεν είναι καθόλου μια «σκοτεινή» περίοδος της ιστορίας, όπως ίσως θα ά­ρεσε σε κάποιους, ούτε η σχολαστική παράδοση ε­κείνης της εποχής υπονόμευε την επιστήμη. Αυτά κυρίως για τον δυτικό Μεσαίωνα γιατί στην Ανατο­λή έχουμε μία τεράστια πνευματική, πολιτιστική καλλιτεχνική και επιστημονική άνθιση, με αποτέλε­σμα τον 14° και 15° αιώνα, τα πλήθη στη Δύση να κρέμονται από τα στόματα ακόμα και μέτριων λογι­ών προσφύγων από την Ανατολή. Η δημιουργικότη­τα του ελληνικού πνεύματος δεν περιορίζεται μόνο στην αρχαιότητα. «Ο ρόλος του Βυζαντίου στην εξέ­λιξη των επιστημών και ιδιαίτερα των μαθηματικών και της αστρονομίας είναι σημαντικός» (Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, έκδοση του Πανεπιστη­μίου του Cambridge). Κληρικοί, μοναχοί αλλά και λαϊκοί καλλιέργησαν και συντήρησαν τον πολιτισμό και τις επιστήμες. Χαρακτηριστικό της ευρύτητας του πνεύματός των, είναι το ενδιαφέρον τους για την σοφία των Περσών και των Ινδών, όπως αναφέρει ο καθηγητής Β. Τατάκης.
Συνηθίζεται η Βυζαντινή Ιστορία να διαιρείται σε τρεις μεγάλες περιόδους: την Πρώιμη, τη Μέση και την Ύστερη.
Α. Πρώιμη Περίοδος
Αρχίζει το 324 μ.Χ. με την ίδρυση της Νέας Ρώμης (Κωνσταντινουπόλεως). Διαρκεί μέχρι τα μέ­σα περίπου του 7ου αιώνα. Το τέλος της συμπίπτει με την άνοδο του Ισλαμισμού και την οριστική εγκατά­σταση των Αράβων στις νοτιοανατολικές ακτές της Μεσογείου.
Β. Μέση Περίοδος
Διαρκεί μέχρι την άλωση της Κωνσταντινουπό­λεως από τους Σταυροφόρους το 1204.
Γ. Ύστερη Περίοδος
Από το 1204 μέχρι την Άλωση της Πόλης από τους Τούρκους, το 1453.
Μαθηματικοί της Πρώιμης Περιόδου

Σερήνος (4oς μ.Χ. αιώνας). Έλληνας μαθηματι­κός από την Αντινούπολη της Αιγύπτου. Χρονολογι­κά η δράση του τοποθετείται μεταξύ του Πάππου (τέλη του 3ου μ.Χ. αιώνα) και του Θέωνος του Αλεξανδρέως (330-390 μ.Χ.). Έχουν σωθεί τα εξής δύο έργα του: Περί κυλίνδρου τομής και Περί κώνου το­μής. Έγραψε επίσης σχόλια στα Κωνικά του Απολλώνιου, τα οποία χάθηκαν. Στο Περί κυλίνδρου το­μής αποδεικνύει ότι αν ο κώνος και ο κύλινδρος τμηθούν κατά ορισμένο τρόπο προκύπτουν ταυτόσημα σχήματα. Στις τελευταίες σελίδες αυτού του βιβλίου περιέχονται προτάσεις που αφορούν τις επιφάνειες και τους όγκους κυκλικών κώνων. Στο Περί κώνου τομής υπάρχει μια πρόταση που θεωρείται βασική για την θεωρία των αρμονικών λόγων. Και τα δύο αυτά έργα στηρίζονται σε εργασίες του Απολλώνιου του Περγαίου. Με την μελέτη των έργων του Σερήνου ασχολήθηκε την εποχή των Παλαιολόγων ο Έλληνας φιλόσοφος Θεόδωρος Μετοχίτης (1260-1332). Τα έργα του Σερήνου εκδόθηκαν από τον Σ.Λ. Χάιμπεργκ το 1896, στην Βιβλιοθήκη Teubner.
Θέων ο Αλεξανδρεύς (330-395 μ.Χ.). Μαθημα­τικός, αστρονόμος και φιλόσοφος, δίδαξε στο μου­σείο της Αλεξάνδρειας (πανεπιστήμιο και βιβλιοθή­κη), του οποίου διατέλεσε και διευθυντής. Κατέγρα­ψε δύο εκλείψεις του ηλίου (των ετών 365 και 372). Έγραψε ένα αστρονομικό σύγγραμμα βασισμένο στο έργο του Ιππάρχου. Εξέδωσε το 370 μ.Χ. τα στοιχεία του Ευκλείδη, μάλιστα υπήρξε διάδοχος του στη σχολή. Ο αριθμός των βιβλίων που συνέγραψε φαί­νεται πως ήταν 13. Σώζεται πλήρως το βιβλίο που περιέχει σχόλια στη Σύνταξη του Πτολεμαίου.
Πρόκλος ο Λύκειος (410-485 μ.Χ.). Νεοπλατωνικός φιλόσοφος, μαθηματικός και αστρονόμος. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και πέθανε στην Αθήνα. Υπήρξε μαθητής του Ήρωνα, του Ολυμπιόδωρου, του Πλουτάρχου και του Συριανού τον οποίο διαδέχθηκε στην διεύθυνση της Ακαδημίας Αθηνών. Ο βιογράφος του και μαθητής του Μαρίνος, αναφέ­ρει ότι σπούδασε στην Λυκεία και κατόπιν στην Α­λεξάνδρεια. Ήταν πολυμαθής, με πνεύμα συστημα­τικό όχι όμως και δημιουργικό. Είχε ασκητικές τά­σεις. Έγραψε φιλοσοφικά έργα καθώς και σχόλια σε έργα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Στο έργο του Περί σφαίρας πραγματεύεται τους ουράνιους κύ­κλους, υπάρχει δε αναφορά στον Ερμή και την Α­φροδίτη ως δορυφόρων του Ηλίου. Έγραψε επίσης το Υποτύπωσις των αστρονομικών υποθέσεων. Πρό­κειται για σχόλια στον Ευκλείδη το Νικόμαχο και τον Πτολεμαίο. Από τα υπομνήματά του στον Ευ­κλείδη σώζεται δυστυχώς μόνο εκείνο που αναφέρεται στο πρώτο βιβλίο, το οποίο περιέχει και πολλές ι­στορικές πληροφορίες.
Αμμώνιος (5°" μ.Χ. αιώνας). Νεοπλατωνικός φιλόσοφος αστρονόμος και σχολιαστής. (Σχολιαστές ονομάζονται οι εξηγητές των κειμένων των μεγάλων μαθηματικών συγγραφέων). Έζησε και δίδαξε στην Αλεξάνδρεια. Σπούδασε με τον αδερφό του Ηλιόδω­ρο στην Αθήνα έχοντας δάσκαλο τον Πρόκλο. Υ­πήρξε δάσκαλος των πιο σημαντικών νεοπλατωνι­κών του 6ου αιώνα, όπως του Συμπλίκιου του Ολυμπιόδωρου, του Ιωάννη του Φιλόπονου και άλλων. Προσπάθησε να συνδυάσει τον μυστικισμό των νεοπλατωνικών με τον ορθολογισμό του Αριστοτέλη. Από την κοσμολογία του διαφαίνεται πως ήταν κοντύτερα στον Χριστιανισμό παρά στην αρχαία ελλη­νική σκέψη. Υπήρξε σχολιαστής των έργων του Α­ριστοτέλη. Στα σχόλιά του στις Κατηγορίες του Αρι­στοτέλη αναφέρεται στον τετραγωνισμό του κύκλου. Υποθέτει μάλιστα το αδύνατο της λύσεώς του, υπό­θεση ορθή όπως αποδείχθηκε το 1882.
Συνέσιος (370-413). Επίσκοπος Πτολεμαίδος. Νεοπλατωνικός φιλόσοφος, χαρακτηριστικός εκπρό­σωπος του αρχαίου κόσμου στην μεταβατική περίο­δο της τελικής επικρατήσεως του χριστιανισμού στην Αίγυπτο. Σπούδασε φιλοσοφία στην Αλεξάνδρεια, όπου παρακολούθησε τις παραδόσεις της φιλοσόφου Υπατίας. Παρέμεινε τρία χρόνια στην Κωνσταντι­νούπολη παρακολουθώντας τις φιλοσοφικές τάσεις της εποχής του. Το 410 κατόπιν απαιτήσεως του λα­ού χειροτονήθηκε επίσκοπος Πτολεμαίδος. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με, την Αστρονομία και την Φυσική. Κατασκεύασε αστρολάβο, δηλαδή αστρονομικό όρ­γανο για τον προσδιορισμό της θέσης ενός αστέρα στον ουράνιο θόλο. Έγραψε μάλιστα και σχετική πραγματεία με τον τίτλο: Προς Παιόνιον υπέρ του δώρου αστρολαβίου λόγος.
Θέλοντας κανείς να αναφερθεί σε ονόματα και δραστηριότητες, κάνοντας πάντα μία επιλογή, θα πρέπει να γεμίσει σελίδες επί σελίδων. Όμως ο πε­ριορισμός χώρος ενός άρθρου δεν το επιτρέπει. Έτσι περιοριζόμαστε σε μια απλή μνεία.
Ανατόλιος (3ος έως 4ος αιώνας), επίσκοπος Λαοδικείας, μαθηματικός.
Μαρκιανός ο Ηρακλιώτης (4ος μ.Χ. αιώνας). Έλληνας γεωγράφος από την Ηράκλεια του Πόντου, διασωθέντα αποσπάσματα έργων του μαρτυρούν σωστές γνώσεις μαθηματικής γεωγραφίας.
Δαμιανός (4ος μ.Χ. αιώνας). Φυσικός, φιλόσο­φος και μαθηματικός, από την Λάρισα της Συρίας.
Μαρίνος ο Νεαπολίτης (5ος μ.Χ. αιώνας). Εξέ­δωσε τα Δεδομένα του Ευκλείδη προλογίζοντάς τα και σχολιάζοντάς τα.
Συμπλίκιος (5ος μ.Χ. αιώνας). Φιλόσοφος, μα­θηματικός, αστρονόμος και σχολιαστής.
Δόμνινος (5ος μ.Χ. αιώνας). Νεοπλατωνικός φι­λόσοφος και μαθηματικός. Εβραίος το θρήσκευμα.
Ο Ανθέμιος ο Τραλλιανός και ο Ισίδωρος ο Μιλήσιος (6ος μ.Χ. αιώνας) είναι γνωστοί ως οι αρ­χιτέκτονες του περικαλλούς ναού της Αγίας Σοφίας, λίγοι όμως γνωρίζουν την λοιπή επιστημονική τους δράση. Αρχιτέκτονας μηχανικός και γεωμέτρης από τις Τράλλεις της Μ. Ασίας ο πρώτος σπούδασε σε α­νώτερες σχολές της αυτοκρατορίας. Εισήγαγε τον λόγο της χρυσής τομής σε πολλές κατασκευές του. Μελέτησε τις ιδιότητες των κωνικών τομών τις οποί­ες εφάρμοσε στην οπτική, προχωρώντας σε πολλά σημεία πέραν του Απολλώνιου του Περγαίου. Στον Ανθέμιο οφείλεται η ανακάλυψη ότι η εστία παρα­βολικού κατόπτρου συγκεντρώνει τις ακτίνες που προσπίπτουν σ’ αυτό παράλληλες προς τον άξονά του. Ο Ανθέμιος διακρίθηκε και για το συγγραφικό του έργο στον τομέα της μηχανικής, από το οποίο διασώθηκαν ελάχιστα αποσπάσματα της πραγματεί­ας «Περί παραδόξων μηχανημάτων». Πραγματευό­ταν σ’ αυτήν την ελάχιστη δύναμη του υδρατμού και τα σφαιρικά τρίγωνα του Αρχιμήδη. Πέθανε το 534 μ.Χ. Θεωρείται ο διαμορφωτής του βυζαντινού ρυθμού στην αρχιτεκτονική, προσθέτοντας χαμηλό τρούλο στην βασιλική και σειρά παραθύρων στο τύμπανο του ναού. Ο δεύτερος ο Ισίδωρος ήταν μαθητής και ανιψιός του Ανθεμίου. Μαθηματικός και αρχιτέκτονας. Έχτισε μαζί με τον Ανθέμιο τον ναό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη με εντολή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, από το 532 έως το 537, καθώς και οχυρωματικά έργα στην Δάρα της Συρίας. Επινόησε όργανο με το οποίο γράφεται η υπερβολή. Δημοσίευσε το έργο Περί κατασκευής κοίλων κατόπτρων. Υπήρξε εκδότης και σχολιαστής των έργων του Ευτοκίου που αφορούσαν τον Απολλώνιο και τον Αρχιμήδη. Έγραψε επίσης σχόλια στα Καμαρικά του Ήρωνος του Αλεξανδρέως και εξέδωσε τα έργα του Αρχιμήδη. Υπήρξε δάσκαλος του τελευταίου διευθυντή της Ακαδημίας Αθηνών του Δαμάσκιου.
Ιωάννης ο Φιλόπονος (6ος μ.Χ. αιώνας). Βαθύς μελετητής του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Έγρα­ψε μονογραφίες στα Μαθηματικά και στην Αστρο­νομία. Έγραψε επίσης υπομνήματα στον Αριστοτέλη και στην Αριθμητική εισαγωγή του Νικομάχου του Γερασηνού.
Στέφανος ο Αλεξανδρεύς (6ος μ.Χ. αιώ­νας). Περίφημος έλληνας λόγιος και μαθηματικός επί της εποχής του αυτοκράτορα Ηρακλείου. Δίδαξε στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως φιλοσοφία, μαθηματικά, αστρονομία και μουσική.
Μαθηματικοί της Μέσης Περιόδου
Κατά την μέση περίοδο, θα αναφερθούμε εκτε­νέστερα σε δύο λαμπρά ονόματα πνευματικών και ε­πιστημονικών προσωπικοτήτων, του Λέοντος του Μαθηματικού και του Μιχαήλ του Ψελλού.
Λέων ο Φιλόσοφος ή Μαθηματικός (9ος μ.Χ. αιώνας). Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Λόγιος του 9ου αιώνα και από τις σημαντικότερες πνευματικές προσω­πικότητες της εποχής του. Φιλόσοφος, αστρονόμος και μαθηματικός, κατέβαλλε μεγάλες προσπάθειες για να περισώσει το έργο των μεγάλων κλασσικών μαθηματι­κών. Με δική του πρωτοβουλία εκδόθηκαν τα Άπαντα του Αρχιμήδη στην Κωνσταντινούπολη. Δίδαξε στην ανώτερη σχολή της Μαγναύρας φιλοσοφία, μαθηματι­κά, αστρονομία και μουσική και απέκτησε μεγάλη φή­μη, όχι μόνο στην αυτοκρατορία αλλά και στον αραβι­κό κόσμο. Ο ίδιος είναι επίσης ο συγγραφέας του ιατρι­κού συγγράμματος Σύνοψις Ιατρική. Κλήθηκε για να διδάξει στη Βαγδάτη, από τον χαλίφη Αλ Μαμούν, μα­θηματικά αλλά τελικά δεν πήγε, αφού ανέλαβε κρατική θέση δασκάλου από τον αυτοκράτορα, στο κρατικό πα­νεπιστήμιο της Μαγναύρας. Μέχρι τότε δίδασκε στην εκκλησιαστική σχολή των Σαράντα Μαρτύρων. Αξίζει να αναφερθεί ότι είχε μαθητή τον Απόστολο των Σλάβων Κύριλλο, ο οποίος πριν να αρχίσει το ιεραπο­στολικό του έργο, επήρε την έδρα της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως. Βελτίωσε το σύστημα αποστολής οπτικών μηνυμάτων (των φρυκτοριών), των αρχαίων ελλήνων με το «Ωρονόμιο». Επρόκειτο για σύστημα συγχρονιζόμενο με μηχανικά ω­ρολόγια, υποδιαιρούμενα σε αντίστοιχες ώρες και συνδυασμένα με αριθμογραφικό κώδικα των σπουδαιοτέρων ειδήσεων. Είναι ο πρώτος που χρησιμοποίησε γράμματα τις για αλγεβρικές πράξεις (ανακοίνωση στο 11° Παγκόσμιο Βυζανπλογικό Συνέδριο το 1958 από τον Καθηγητή Κ. Vogel). Χρειάστηκε να περάσουν 750 χρόνια για να επαναλάβει την επινόηση ο γάλλος μαθηματικός F. Viete.
Ήρων ο νεώτερος ή Βυζάντιος (9ος μ.Χ. αιώνας). Έζησε την ίδια εποχή με τον Λέοντα τον Μαθηματικό. Πολλές γνώσεις του Ήρωνα (που κάποιες από αυτές οφείλονται στον Ήρωνα τον Αλεξανδρέα), μετέφερε στην Ιταλία, γύρω στον 12° αιώνα ο Ιταλός μαθηματι­κός έμπορος και σταυροφόρος Φιμπονάτσι. Στην εποχή της Αναγεννήσεως οι πραγματείες του συνετέλεσαν στην ανάπτυξη των φυσικών επιστημών.
Ιωάννης ο Κυριώτης (10ος μ.Χ. αιώνας). Γνω­στός με το όνομα Γεωμέτρης. Υπήρξε επίσκοπος Μελιτινής. Από τους επιφανέστερους Βυζαντινούς λόγιους. Μαθηματικά σπούδασε κοντά στον πατρί­κιο Νικηφόρο.
Μιχαήλ ο Ψελλός (1018-1096). Πρόκειται για το φωτεινότερο πνεύμα της εποχής του. Περίφημος βυζαντινός θεολόγος, λόγιος, φιλόσοφος και αξιωματούχος. Σημάδεψε ανεξίτηλα την βυζαντινή διανόη­ση της ύστερης περιόδους και προετοίμασε το έδα­φος για την έλευση της Ιταλικής Αναγέννησης. Το μεγαλείο της διάνοιας του Ψελλού έγκειται στο γε­γονός ότι ήξερε να διατηρεί ισορροπίες. Έτσι ενώ εί­χε πάθος για την φιλοσοφία, δεν αμφισβήτησε ποτέ την χριστιανική του πίστη, την οποία πίστευε ότι ενίσχυε μέσα από τον στοχασμό του. Έγινε μοναχός αλλά συνέχισε και το διδακτικό του έργο και την ε­νασχόλησή του με τις υποθέσεις της αυτοκρατορίας λόγω των αξιωμάτων που κατείχε. Ένα μέρος της μόρφωσής του το οφείλει στις προσπάθειες της μη­τέρας του Θεοδότης, η οποία κόπιασε πολύ για να το επιτύχει. Έγραψε έργα πάνω στην αριθμητική και στην γεωμετρία. Έδειξε ενδιαφέρον για την φιλοσο­φία των μαθηματικών. Ασχολήθηκε με τα έργα του Διοφάντου. Δίδαξε μαθηματικά και ανέπτυξε θέματα φυσικής, όπως για το χρώμα, την ύλη, την κίνηση, την ηχώ, την βροχή και την αστραπή στο έργο του Διδασκαλία παντοδαπή. Έγραψε επίσης μετεωρολο­γική πραγματεία, καθώς και υπόμνημα στα Φυσικά του Αριστοτέλη. Ανάμεσα στους μαθητές του συ­γκαταλέγονταν πολλοί Άραβες και ένας Βαβυλώνιος. Γνώριζε από πολύ μικρός την Ιλιάδα απ’ έξω. Ήταν πολυμαθέστατος. Τα έργα του καλύπτουν όλους τους γνωστούς τομείς του καιρού του: αριθμητική, γεωμετρία, φυσική, μετεωρολογία, θεολογία, φιλοσοφία, αστρονομία, ιατρική, γραμματική, μετρική, ρητορική, δίκαιο, ιστορία, λαογραφία, μουσική και αποτελούν ως τις μέρες μας αντικείμενο έρευνας.
Μαθηματικοί της Ύστερης Περιόδου
Νικηφόρος Βλεμμύδης (1197-1272). Λόγιος Βυ­ζαντινός κληρικός από την Κωνσταντινούπολη. Για τα έργα του Επιτομή Φυσικής και Επιτομή Λογικής, ο εκ­δότης έργων του A. Heisenberg, παρατηρεί ότι αυτά έ­χουν καταστήσει αθάνατο το όνομα του συγγραφέα τους. Έγραψε επίσης θεολογικές, χημικές, ιατρικές πραγματείες, ακολουθίες αγίων, ποιήματα και επιστο­λές. Τέλος αναφέρεται ότι ο Βλεμμύδης ήταν βαθύς γνώστης εννοιών, όπως τα απείρως μικρά και τα απείρως μεγάλα ποσά και οι μεταβολές τους, που είναι θέ­ματα του Απειροστικού Λογισμού.
Γεώργιος Ακροπολίτης (1220-1282). Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από πλούσιους και ευγενείς γονείς. Διακρίθηκε ως συγγραφέας, σχολια­στής και ιστορικός. Υπήρξε επίσης αξιόλογος δι­πλωμάτης. Μετά την ανάκτηση της Κωνσταντινου­πόλεως (1261) του ανατέθηκε η διεύθυνση της ανα­διοργανωμένης Ακαδημίας, στην οποία δίδαξε φιλο­σοφία και μαθηματικά. Είχε σπουδαίο βιβλιογραφικό εργαστήριο, στο οποίο γινόταν η αντιγραφή, η διόρ­θωση, η συμπλήρωση και ο έλεγχος, βάσει αρχαιοτέρων κειμένων, έργων προγενεστέρων συγγραφέων.
Γεώργιος Παχυμέρης (1242-1310). Από τους σημαντικότερους Βυζαντινούς λογίους των παλαιολογείων χρόνων, με πολυποίκιλα ενδιαφέροντα, πλούσιο συγγραφικό έργο και αξιόλογη πολιτική και εκκλησιαστική δράση. Υπήρξε μαθητής του Γεωργί­ου Ακροπολίτη στην Νίκαια. Ήλθε στην Κωνσταντι­νούπολη μετά την κατάλυση της λατινικής κυριαρχί­ας, όπου και χειροτονήθηκε κληρικός. Δίδαξε ρητο­ρική, φιλοσοφία, θεολογία και μαθηματικά. Είχε σε μεγάλη εκτίμηση τα μαθηματικά για τα οποία υπο­στήριζε ότι ο άνθρωπος αξίζει να ασχολείται με αυ­τά, όχι μόνο για την ευχαρίστηση που προσφέρουν αλλά και για την πρακτική τους χρησιμότητα. Χαρα­κτηριστικά έλεγε ότι ο Θεός «έοικεν υμίν ονειδίζειν αγεωμετρήτοις διαμένουσι», δηλαδή ο Θεός συνήθι­ζε να ντροπιάζει αυτούς που παρέμεναν χωρίς γνώ­σεις γεωμετρίας. Διατύπωσε επίσης παρόμοιες αντι­λήψεις, αρκετούς αιώνες νωρίτερα με εκείνες του θεμελιωτή της αναλυτικής γεωμετρίας Reni Desdcartes, για τις μαθηματικές ιδιότητες των υλι­κών όντων. Έγραψε το «Περί αριθμητικής κεφαλαί­ου εν το Διοφάντω» (που εκδόθηκε το 1895 από τον Ρ. Tanerry). Επίσης το «Σύνταγμα των τεσσάρων μαθημάτων αριθμητικής, μουσικής, γεωμετρίας και αστρονομίας» (που εκδόθηκε το 1940 στο Βατικανό από τον Ρ. Ρ. Tanerry με πρόλογο και επιμέλεια του Ε. Στεφάνου) και το οποίο έμελλε να αποτελέσει βασική πηγή διδασκαλίας, ιδιαίτερα στα μαθηματικά. Ο Krumbacher θεωρούσε τον Παχυμέρη ισάξιο του Ρογήρου Βάκωνος, που πρόσφερε πολλά στην επιστημονική πρόοδο της Δύσης. Με το προηγούμενο έργο του ο Παχυμέρης μπορεί να θεωρηθεί από τους αρχηγέτες της επιστημονικής αναγέννησης, που ανανέωσε τις γνώσεις της επιστήμης με την μελέτη των φυσικών φαινομένων από καθαρά ποσοτική άποψη. Ασχολήθηκε ακόμα και έλυσε προβλήματα αορίστων εξισώσεων β' βαθμού.
Πλανούδης Μάξιμος (1255-1305). Λόγιος μοναχός και συγγραφέας. Γεννήθηκε περί το 1255 στη Νικομήδεια της Βιθυνίας και πέθανε περί το 1305 στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν κάτοχος ευρύ­τατης θεολογικής και φιλολογικής παιδείας, καθώς και συγγραφέας θεολογικών και φιλολογικών έργων. Ο Πλανούδης σχολίασε έργα των μαθηματικών Ευκλείδη, Διοφάντου, Πτολεμαίου και του Αράτου. Σχολίασε επίσης έργα γεωγράφων και αστρονόμων. Στο έργο του Ψηφοφορία κατ’ Ινδούς, εισήγαγε την χρήση των αραβικών-ινδικών αριθμών. Αποτελεί μαθηματική πραγματεία σχετικά με τη χρήση των ιν­δικών αριθμητικών ψηφίων και του μηδενός που πε­ριλαμβάνει και μέθοδο υπολογισμού της τετραγωνι­κής ρίζας. Η αλληλογραφία του με τον αστρονόμο Μανουήλ Βρυέννιο, ανέδειξε την ευρύτητα των α­στρονομικών του γνώσεων. Αναφέρεται ότι η Χρι­στόφορος Κολόμβος, είχε υπ’ όψιν του, δικό του χάρτη για τα υπερπόντια ταξίδια του.
Εμμανουήλ Μοσχόπουλος (1260-1316). Βυζα­ντινός λόγιος, γραμματικός και σχολιαστής που γεν­νήθηκε στην Κρήτη. Τα έργα του διακρίνονται σε φιλολογικά θεολογικά και μαθηματικά. Η γραμματι­κή του και το Ελληνικό Λεξικό του, μαζί με τις με­ταφράσεις του Πλανούδη, υπήρξαν προσφιλή βοη­θήματα στην Δύση για την εκμάθηση των ελληνι­κών. Στα μαθηματικά έργα του, περιλαμβάνονται η διαμόρφωση των Αριθμητικών του Πλανούδη και ο σχολιασμός της εκδόσεως του Διόφαντου του ιδίου. Έγραψε επίσης την «Παράδοσιν εις την εύρεσιν των τετραγώνων αριθμών», των γνωστών μέχρι σήμερα στους μαθηματικούς μαγικών τετραγώνων.
Μετοχίτης Θεόδωρος (1260-1331). Καταγόταν από την Νίκαια, απ’ όπου μετά την εγκύκλιο παι­δεία μετέβη στην Κωνσταντινούπολη και επιδόθηκε στη μελέτη της φιλοσοφίας της ρητορικής και της α­στρονομίας. Από τα έργα του έχει εκδοθεί το: Υπομνηματισμοί και σημειώσεις γνωμικαί, στο οποίο ε­ξετάζονται διάφορα ζητήματα σχετικά με τη φιλοσο­φία, τα μαθηματικά, τη φυσική και την αστρονομία, με πρωτοτυπία για την εποχή του, καθώς και διάφο­ροι λόγοι και ποιήματά του. επίσης οι επιστημονικές πραγματείες: α) Περί εκλείψεων ηλίου και σελήνης, β) Εισαγωγή εις την αστρονομίαν.
Νικόλαος Καβάσιλας (1290-1371). Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Έγραψε υπόμνημα στην «Σύνταξιν» του Πτολεμαίου. Όπως σημειώνει ο ι­στορικός των μαθηματικών Μ. Candor, με τον Καβάσιλα αρχίζει μια νέα γενιά η οποία προετοιμάζει την αναγέννηση της κλασικής επιστήμης στην Ευ­ρώπη. Υπήρξε ένας από τους πρώτους που χρησιμο­ποίησαν τον όρο «Έλλην» για να δηλώσουν τον έκδηλο βυζαντινό «εθνικισμό» και «πατριωτισμό» των υστεροβυζαντινών χρόνων.
Νικηφόρος Γρήγοράς (1295-1359). Σπουδαίος βυζαντινός λόγιος, φιλόσοφος, ιστορικός, θεολόγος και αστρονόμος. Διδάχθηκε φιλοσοφία, αστρονομία και μαθηματικά από τον Θεόδωρο Μετοχίτη. Ίδρυσε σχολή στη Μονή της Χώρας, όπου σπούδαζαν μόνο νέοι από την αυτοκρατορία, αλλά και από άλλες ευ­ρωπαϊκές χώρες. Το 1324 παρουσίασε στον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β' Παλαιολόγο και σε άλλους αξιωματούχους του παλατιού τη θεωρία του για την διόρθωση του Ιουλιανού ημερολογίου που καθιερώ­θηκε αργότερα (1528) από τον πάπα Γρηγόριο ΚΓ' στη Δύση. Έτυχε της εκκλησιαστικής εγκρίσεως, επαινέθηκε αλλά δεν εφαρμόστηκε. Ο Γρηγοράς γνώ­ριζε την επίδραση της Σελήνης στη δημιουργία του φαινομένου των παλιρροιών και μπορούσε να καθο­ρίσει τις εκλείψεις των επομένων χρόνων. Ενδεικτικά από το έργο του αναφέρουμε: «Το διορθωθέν Πασχάλιον», «Περί του Σύμπαντος», «Σύστημα του κό­σμου», «Έκθεσις των υπολογισμών των εκλείψεων του ηλίου κατά Πτολεμαίον», «Υπόμνημα και συμπλήρωσις των αρμονικών του Πτολεμαίου». Πολλά από τα έργα του παραμένουν ανέκδοτα.
Νικόλαος Αρταβάσδος (14ος μ.Χ. αιώνας). Ο ε­πονομαζόμενος και Ραβδάς. Γεννήθηκε στη Σμύρνη αλλά έζησε στην Κωνσταντινούπολη. Ασχολήθηκε με την αριθμητική και την γεωμετρία. Προέβη σε νέα επι­μελημένη έκδοση του αριθμητικού έργου του Μάξιμου Πλανούδη «Ψηφοφορία κατ’ Ινδούς η λεγομένη μεγά­λη». Έγραψε επίσης επιστολές. Η πρώτη έχει τίτλο «Παράδοσις σύντομος και σαφέστατη της ψηφοφορικής επιστήμης», ασχολείται με τον τρόπο της αρίθμη­σης με τα δάκτυλα των χεριών από το 1 μέχρι το 9.999. Στη δεύτερη επιστολή, που έγραψε το 1341 και έχει τίτλο «Μέθοδος πολιτικών λογαριασμών» (δηλ. περί της σημερινής λεγομένης μεθόδου των τριών), παρου­σιάζονται σελίδες που αφορούν την εξαγωγή ρίζας, και μία μέθοδος υπολογισμού της χρονολογίας του Πάσχα. Επίσης υπάρχει μία γενική θεωρία χρήσιμη στη λύση προβλημάτων του πρακτικού βίου στηριζόμενη στην θεωρία των αναλογιών. Μέσα εκεί εκθέτει 18 προβλήματα με λύσεις που έχουν αρκετό ενδιαφέρον, γιατί ε­πιλύουν προβλήματα άλγεβρας αρκετά πολύπλοκα, που σήμερα λύνονται με την βοήθεια πρωτοβαθμίων εξισώσεων. Οι δύο αυτές επιστολές εκδόθηκε από τον Tanerry το 1866.
Ισαάκ Αργυρός (14ος μ.Χ. αιώνας). Μοναχός, μαθητής του Νικηφόρου Γρήγορά. Έγραψε σχόλια στα πρώτα έξι βιβλία των Στοιχείων του Ευκλείδη. Συνέγραψε μαθηματικά και αστρονομικά βιβλία. Ασχολήθηκε με τη γεωμετρία, την τριγωνομετρία και τη γεωδαισία. Έγινε γνωστός από την πρόταση που έκανε το 1371 για την διόρθωση του Πασχάλιου Κανόνα. Συνέχισε με επιτυχία το έργο του Νικηφόρου Γρηγορά.
Γεώργιος Χρυσοκόκκης (14ος μ.Χ. αιώνας). Ια­τρός και αστρονόμος και μαθηματικός. Υπήρξε μα­θητής του Μετοχίτη. Είναι πιθανόν να εργάσθηκε στην βιβλιοθήκη του Βατικανού, όπου έσωσε πολύ­τιμα ελληνικά χειρόγραφα από την λήθη και την κα­ταστροφή. Ο Χρυσοκόκκης εμυήθη στην περσική σοφία από έναν Τραπεζούντιο κληρικό. Έγραψε το βιβλίο «Εξήγησις εις την Σύνταξιν των Περσών» (1346), όπου μετέφερε περσικές γνώσεις γύρω από τα μαθηματικά και την αστρονομία, καθώς και το έργο «Πρόχειρος παράδοσις εις τους περσικούς κα­νόνες της αστρονομίας». Τέλος αναφέρεται πως έ­γραψε βιβλία με μαθηματικό περιεχόμενο.
Μανουήλ Βρυένιος (14ος μ.Χ. αιώνας). Αστρο­νόμος, μαθηματικός και θεωρητικός της βυζαντινής μουσικής. Έγραψε το περίφημο έργο Περί Μουσι­κής, στο οποίο αποδεικνύει την ιστορική συνέχεια της βυζαντινής μουσικής από την κλασική ελληνική μουσική.
Η αγάπη των Βυζαντινών για την μόρφωση την θεωρία και την επιστήμη ήταν μεγάλη. Σε πολλούς όμως τομείς η Αρχαία Ελλάδα δεν ξεπεράστηκε. Η μεγαλοφυΐα των Βυζαντινών εκφράστηκε στην πρά­ξη.
Ως μηχανικοί άφησαν να εκδηλωθεί ελεύθερα το πρακτικό τους πνεύμα. Διατήρησαν και ανέπτυξαν το ρωμαϊκό σύστημα ύδρευσης και τους υπονόμους. Κατασκεύασαν πολλά και εξαιρετικά μηχανήματα. Τα αρχιτεκτονικά τους επιτεύγματα είναι σημαντικά κυρίως στην τελειότητα του θόλου. Στη χημεία η με­γάλη συμβολή τους ήταν το υγρό πυρ. Ασχολήθηκαν επίσης με την ιατρική. Εδώ ό,τι καλύτερο είχαν να επιδείξουν ήταν η οργάνωση των νοσοκομείων.
Οι Βυζαντινοί ήταν πολύ περήφανοι για τις γνώσεις των μαθηματικών τους, παρόλο που και εδώ ισχύει ό,τι προαναφέρθη, σε σχέση με τους αρχαίους Έλληνες. Οι ίδιοι διηγούνται ιστορίες για να δείξουν ότι καταλάβαιναν καλύτερα τους γεωμετρικούς συλ­λογισμούς από τους Άραβες.
Η λεηλασία του 1204 αναστάτωσε όλο το εκ­παιδευτικό σύστημα της αυτοκρατορίας. Οι λόγιοι σκορπίστηκαν, οι σχολές τους εξαφανίστηκαν και τα βιβλία τους καταστράφηκαν από τις φλόγες των Λα-τίνων. «Στις 29 Μαΐου 1453 η τραγωδία ήταν τελική. Ένας πολιτισμός σαρώθηκε αμετάκλητα. Είχε αφήσει μια ένδοξη κληρονομιά στα γράμματα και στην τέχνη. Είχε βγάλει χώρες ολόκληρες από τη βαρβαρότητα και είχε δώσει σε άλλες την εκλέπτυνση των ηθών. Η δύναμή του και η ευφυΐα του προστάτεψαν πολλούς αιώνες την χριστιανοσύνη. Για έντεκα αιώνες η Κωνσταντινούπολη ήταν το κέντρο ενός κόσμου φωτός. Το ζωηρό πνεύμα, τα ενδιαφέροντα και η αγάπη για την ομορφιά των Ελλήνων, η υπερήφανη ισχύς και η διοικητική ικανότητα των Ρωμαίων, η υπερβατική ορμή των χριστιανών της Ανατολής, που είχαν ενωθεί μαζί σε ένα ρευστό ευπαθές σύνολο, όλα τώρα αποκοιμήθηκαν. Η Κωνσταντινούπολη έγινε η έδρα της θηριωδίας, της αμάθειας, της μεγαλόπρεπης ακαλαισθησίας. Μόνο στα ρωσικά παλάτια, που από πάνω τους φτερούγιζε ο δικέφαλος, το έμβλημα του οίκου των Παλαιολόγων, εμείνανε για λίγους ακόμα αιώνες μερικά ίχνη βυζαντινά, - μόνο εκεί, και σε κάτι σκοτεινές αίθουσες κοντά στον Κεράτιο κόλπο. Χωμένες ανάμεσα στα σπίτια του Φαναριού, όπου ο πατριάρχης διατηρούσε την άσημη αυλή του». (Από το έργο του Βρετανού ιστορικού Στήβεν Ράνσιμαν: Βυζαντινός Πολιτισμός).

Δεν υπάρχουν σχόλια: